αὐτόχθονα

αὐτόχθονα
αὐτόχθονος
country and all
neut nom/voc/acc pl
αὐτόχθων
sprung from the land itself
neut nom/voc/acc pl
αὐτόχθων
sprung from the land itself
masc/fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αὐτόχθον' — αὐτόχθονα , αὐτόχθονος country and all neut nom/voc/acc pl αὐτόχθονε , αὐτόχθονος country and all masc/fem voc sg αὐτόχθονα , αὐτόχθων sprung from the land itself neut nom/voc/acc pl αὐτόχθονα , αὐτόχθων sprung from the land itself masc/fem acc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • AUTOCHTHONES — populi, qui non alio referunt originem suam; verum ex ipso solo nati videri volunt. Latini Indigenas vocant. Ita quidem Scaliger, qui Αὐτόχθονα et Γηγενῆ eundem vult esle. Unde Marcianum Heracleotem de Ephoro, Cretem αὐτόχθονα vocantem, in… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Καμπότζη — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Καμπότζης Έκταση: 181.040 τ. χλμ. Πληθυσμός: 12.775.324 (2002) Πρωτεύουσα: Πνομ Πενχ (999.804 κάτ. το 1998)Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας, στη χερσόνησο της Ινδοκίνας. Συνορεύει στα Δ και στα ΒΔ με την Ταϊλάνδη,… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • AROE — civitas Achaiae, a cultu terrae sic dicta, alias Patrae, Steph. Aroa Pausaniae, in Achaicis, sic enim ille: Πατρέων οἱ τὰ αρχαιότατα μνημονεύοντες, φασὶν Εὔμηλον αὐτόχθονα οἰκῆσαι πρῶτον εν τῇ χώρα. Τριπτολέμου δὲ εν τῆς Α᾿ττικῆς ἀφικομένου, τὸν… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • OGYGES — Thebanorum, secundum alios, Ogygiae et Actes, quae postea Boeotia et Attica dicta, Rex, qui Thebas Boeotias condidit circiter mille et quingentis annis ante romam conditam. Idem et Eleusinem exstruxisse fertur. Sub hoc Rege fuit diluvium magnum,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Ετεόκρητες — Αρχαίος λαός του ανατολικού τμήματος της Κρήτης, με πρωτεύουσα την Πραισό. Αναφέρονται στον Όμηρο με τους Αχαιούς, τους Κύδωνες και τους Πελασγούς. Στην ονομασία τους αποδίδεται η σημασία του αυτόχθονα, του γηγενή· αυτό αναφέρει και ο Στράβων,… …   Dictionary of Greek

  • Τροία — Αρχαία πόλη της Τρωάδας, περιοχής της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, την οποία οι Έλληνες την ονόμαζαν και Ίλιον. Η μυθική παράδοση, που μεταβιβάστηκε κυρίως με τα ομηρικά ποιήματα και τους Έλληνες τραγικούς ποιητές, ανήγαγε την αρχή της πόλης στον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”